Οι ΗΠΑ και η Κίνα αποτελούν πρωτοπόρες δυνάμεις στην τεχνητή νοημοσύνη, σύμφωνα με την Ernst & Young.
Συγκεκριμένα, όπως προέκυψε από δημοσκόπηση της ΕΥ μεταξύ 126 επαγγελματιών στον τομέα της τεχνητής νοημοσύνης (Artificial Intelligence – AI), το 40% των ερωτηθέντων πιστεύει ότι οι ΗΠΑ εξακολουθούν να προηγούνται στον αγώνα για την υιοθέτηση της τεχνητής νοημοσύνης, με την Κίνα να ακολουθεί (32%).
Ωστόσο, καθώς η πρόσβαση στα δεδομένα γίνεται όλο και πιο εύκολη και οι κυβερνήσεις διεθνώς αναλαμβάνουν ενεργό ρόλο στις επενδύσεις στην καινοτομία, οι ΗΠΑ και η Κίνα αισθάνονται τον ανταγωνισμό και άλλων χωρών.
Ενώ τεχνολογίες, όπως το blockchain, θα συνεχίσουν να αναπτύσσονται, η τεχνητή νοημοσύνη θα βρεθεί στο επίκεντρο των μετασχηματιστικών τεχνολογιών για τις επιχειρήσεις φέτος. Το 39% των επαγγελματιών τεχνητής νοημοσύνης που συμμετείχαν στη δημοσκόπηση της ΕΥ πιστεύει ότι η μηχανική μάθηση (machine learning) θα σημειώσει τη μεγαλύτερη ανάπτυξη μεταξύ των καινοτόμων τεχνολογιών το 2018.
Καθώς οι επικεφαλής των επιχειρήσεων συνεργάζονται όλο και πιο στενά με τους τεχνολόγους για να πετύχουν την πλήρη ενσωμάτωση στην αλυσίδα αξίας τους, επιχειρήσεις σε κλάδους, όπως οι αερομεταφορές και ο τουρισμός, θα αξιοποιούν όλο και περισσότερο τα δεδομένα και την τεχνητή νοημοσύνη για να βελτιώσουν την εμπειρία των πελατών τους.
Σύμφωνα με τη δημοσκόπηση, πολλά ανώτερα στελέχη στον τομέα της τεχνητής νοημοσύνης θεωρούν ότι τα βασικότερα εμπόδια στην υιοθέτηση της τεχνολογίας αυτής είναι η αποδοχή της από τα ενδιαφερόμενα μέρη (43%) και η έλλειψη δεξιοτήτων τεχνητής νοημοσύνης (57%).
Συνεπώς, οι διευθύνοντες σύμβουλοι και τα διοικητικά συμβούλια θα χρειαστεί να λάβουν μακροπρόθεσμα μέτρα για να αναμορφώσουν την υπάρχουσα νοοτροπία, προκειμένου να προσελκύσουν ανθρώπινο δυναμικό με τις απαραίτητες δεξιότητες και να παραμείνουν καινοτόμοι.
Προκειμένου τα διοικητικά συμβούλια και οι διευθυντικές ομάδες να ενισχύσουν την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεών τους στην εποχή του δραστικού μετασχηματισμού, θα πρέπει να επανεξετάσουν τη σύνθεσή τους και να ενσωματώσουν διαφορετικές αντιλήψεις.
Σύμφωνα με το EY Center for Board Matters, το 82% των επενδυτών πιστεύει ότι η σύνθεση θα πρέπει να αποτελεί προτεραιότητα των διοικητικών συμβουλίων.
Η τοποθέτηση στα διοικητικά συμβούλια ατόμων με διαφορετικά χαρακτηριστικά και αντιλήψεις θα ενισχύσει την αναγνώριση και κατανόηση ζητημάτων, καθώς και τις ικανότητες επίλυσης προβλημάτων, αποτρέποντας τα φαινόμενα «group think», δηλαδή της τάσης επικράτησης ενός ομοιόμορφου, κοινού τρόπου σκέψης.